Ο Δίπλας ήταν μία από τις ιστορικότερες μορφές της κλεφτουριάς . Στο  κλαρί βγήκε σε ηλικία δεκαεπτά ετών. Στην αρχή πολέμησε μαζί με τους Κοντογιανναίους και τους Μπουκουβαλαίους , αλλά όταν έγινε εικοσιένα ετών έκανε δικό του σώμα . Διακρινόταν για την σύνεση και το στρατηγικό του μυαλό, εθεωρείτο μάλιστα ο αρχηγός όλων των κλεφτών. Έδρασε στην Ακαρνανία στον  στον Ασπροπόταμο και στα Άγραφα
Κοντά του μαθήτευσαν άλλοι μεγάλοι αρματολοί και κλέφτες ώσπου έφτιαξαν δικά τους ένοπλα σώματα, όπως ο βαφτισιμιός του και ανιψιός του Αντώνης Κατσαντώνης με τ' αδέρφια του Κώστα Λεπενιώτη και Γιώργο Χασιώτη επίσης ο Τσόγκας , ο Καραγιανάκης , ο Καραϊσκάκης κλπ.  
Και εδώ πρέπει να τονίσουμε την συνεισφορά του Καπετάν Δίπλα στον αγώνα . Ο Δίπλας ήταν συνετός, ανδρείος ,έξυπνος και άριστός γνώστης της τέχνης του κλεφτοπολέμου, και αυτές τις γνώσεις του τις παρέδωσε και στους μαθητές του.
Οι παραπάνω χαρακτηρισμοί αποδεικνύονται από τις παρακάτω αφηγήσεις. 
Ο Δ.. Σταμέλος γράφει :Ο Δίπλας πολύπειρος ,κλέφτης έβλεπε πως ο βαφτισιμιός του , το νιοβλάσταρο της κλεφτουριάς θα στεκόταν από εδώ και πέρα το ασύγκριτο ταμπούρι της Ρωμαίικης αρματωσιάς. Και του δίνει την θέση του ,για να μπει ο ίδιος απλός πολεμιστής στο Κατσαντωναίικο φουσάτο που όλο μεγαλώνει ,σε νοματαίους και αντρειοσύνη.
Έτσι ο Καπετάν Δίπλας γέρος πλέων ,έπειτα από μισό αιώνα αγώνων ως καπετάνιος παραδίδει την αρχηγεία στον αξιότερο από τα παλικάρια του τον Αντώνη Κατσαντώνη.
Ο Κ. Κωτσοκάλης συνεχίζει :Νηφάλιος και νουνεχής ο Δίπλας ,προκειμένου να υπηρετήσει την ιδέα του έθνους που την αντιπροσώπευε τότε ο Κατσαντώνης, ακολούθησε τον δρόμο της θυσίας .Σε μια μεγαλειώδη έξαρση πατριωτισμού παραμέρισε την προσωπική του φιλοδοξία ,θυσίασε αγόγγυστα τον εαυτό του και παρέδωσε την αρχηγία. 
Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω τραγούδι διάφορες παραλλαγές.


Τρία πουλάκια κάθονται στου Δίπλα το ταμπούρι
μοιρολογούσαν κι'; έλεγαν μοιρολογούν και λένε.
Σήκου Δίπλα μ' να φύγουμε σ' άλλα βουνά να πάμε.
Πολλή τουρκιά μας πλάκωσε μαύρη σαν καλιακούδι.
Ας  τους πουλί μ' κι' ας έρχονται και να περνοδιαβαίνουν
να ιδούν του Δίπλα το σπαθί , του Δίπλα το ντουφέκι.
Το λέν' οι κούκοι στα βουνά και οι πέρδικες στα πλάγια,
το λέει και ο πετροκότσυφας στα κλέφτικα λημέρια.
Οι κλέφτες σκορπίσανε και γίνανε μπουλούκια.
Ο Δίπλας πάει στ' Άγραφα κι ο Αντώνης πάει Βάλτο.
Κι ο Νάσος
[1] πέρα πέρασε κατά τα Βλαχοχώρια,
για να βαφτίσει ένα παιδί ,να πιάσει μια κουμπάρα.
Τρία πουλάκια κάθονται στου Δίπλα το ταμπούρι,
μοιρολογούσαν κι έλεγαν μοιρολογούν και λένε
Σήκου Δίπλα μ' να φύγουμε σ' άλλα βουνά να πάμε.
Πολλή τουρκιά μας πλάκωσε μαύρη σαν καλιακούδι.
Ας'; τους πουλί μ' κι ας έρχονται και να περνοδιαβαίνουν
να ιδούν του Δίπλα το σπαθί , του Δίπλα το ντουφέκι.

Ένα πουλάκι λάλησε στου Δίπλα το ταμπούρι,
δεν ελαλούσε σαν πουλί , σαν ούλα τα πουλάκια ,
μόνο λαλούσε κ'; έλεγε μ' ανθρώπινη λαλούλα .
-Μην είναι ο Τσόγκας πού' έρχεται ,μην είναι ο Λεπενιώτης ;
-Μηδέ ο Τσόγκας έρχεται μηδέ ο Λεπενιώτης ,
Μον' είναι ο Μαχουρντάραγας με δυο και τρεις χιλιάδες.
Φέρνει κι ασκέρι διαλεχτό ούλο τσοχανταραίους .
Στα δόντια παίρνουν το σπαθί , στο χέρι το ντουφέκι.
Ας έρχονται οι παλιότουρκοι εμείς τους καρτερούμε .
Εδώ είναι του Αντώνη του σπαθί του Δίπλα του Νταλιάνι.
Και ο Δίπλας τότε χούγιαξε και ο Δίπλας τότε λέει:
-Πούστε παλικάρια μου , παλιοί μου μπουλουκτσήδες,
αντέτι πιάστε κάμετε σ' αυτούς τους γουρνομήτες.
Για σύρτε τα λαφριά σπαθιά και τα βαριά ντουφέκια.
Γιουρούσι κάναν με σπαθιά,
παίρνουν τους τούρκους ομπροστά , ομπροστά σαν βουκολογελάδια
σαν την κοπή τα πρόβατα, σαν την κοπή τα γίδια.
Διακόσιους Τούρκους σκότωσαν και κ'; εξήντα λαβωμένους.
Του Δίπλα οι φίλοι έλεγαν και τον παρακαλούσαν .
-Σήκω να φύγεις , Δίπλα μου ,πάρε τον Κατσαντώνη,
τι Αλή Πασσας σας έμαθε ,στέλνει τον Μουχουρδάρη
Και τα λημέρια φώναξαν όσο κι αν ημπορούσαν:
Ο Μουχουρδάρης έρχεται με τέσσαρες χιλιάδες .
Φέρνει Αρβανίτες του Πασσά ,τους τσοχαδαραίους,
στα δόντια φέρνουν τα σπαθιά, στα χέρια τα ντουφέκια.
Ο Δίπλας ζωντανός ,πόλεμο δεν φοβάται ,
Έχει λεβέντες διαλεχτούς ,όλους Κατσαντωναίους.
Τρων ΄ το μπαρούτι για ψωμί , τα βόλια για προσφάγι.
Σφάζουν τους τούρκους σαν τραγιά κι αγάδες σαν κριάρια.

Του Δίπλα οι φίλοι λέγανε και τον παρακαλούσαν .
-Σήκω να φύγεις Δίπλα μου , με ους Κατσαντωναίους ,
σας έμαθε ο Αλή Πασάς και στέλνει να σας πιάσει
ένα κακό δερβέναγα τον Άγο Μουχουρνάρη.
Τον λόγο δεν απόκειοσαν, τον λόγο δεν απόειπαν,
και τα λημέρια φώναξαν όσο κι αν ημπορούσαν
Ο Μουχουρνάρης πλάκωσε με τέσσαρες χιλιάδες
σέρνει λεβέντες διαλεχτούς όλο τσοχανταραίους
στα δόντια σέρνου τα σπαθιά , στα χέρια τα ντουφέκια .
Και ο Δίπλας αποκρίθηκε και τους απολογιέται.
Όσο είναι ο Δίπλας ζωντανός τους τούρκους δεν φοβάται
.Έχει λεβέντες διαλέχτους και τους Κατσαντωναίους ,
που τρων μπαρούτι για ψωμί και βόλια για προσφάγι
και σφάζουν τούρκους σαν αρνιά και σαν παχιά κριάρια.

Για τον θάνατο του Δίπλα έχουμε τις εξής εκδοχές:
Ο Καποδίστριας λέει πώς τον Ιούλιο του 1807 όταν τα σώματα του Κατσαντώνη και του Κίτσου Μπότσαρη πήγαιναν στην Λευκάδα για να πάρουν μέρος στην συνάντηση που είχε κανονίσει ο ίδιος ο Βασίλης Δίπλας συγκρούστηκε με τουρκαλβανούς έξω από το μοναστήρι της Τατάρνας ,στου Μανόλη το γιοφύρι.
((Τας πρωϊνάς ώρας μέχρι της μεσημβρίας διήλθομεν ακροώμενοι αυτών αφελέστατα και φυσικότατα αφηγουμένων τα νωπά έτι κατά των τούρκων κατορθώματα των, ιδία δια την τελευταίαν μάχη των 300 αγωνιστών ,οίτινες υπο την ηγεσίαν του Μπότσαρη και του Κατσαντώνη κατετρόποσαν μέγα σώμα Τουρκαλβανών ,ων 80 εφόνευσαν και πλείστους ετραυμάτισαν ,των λοιπών εγκατελοιψάντων τας αποσκευάς των και τραπέντων είς φυγήν. Εν τη μάχη εκείνη είχον πέσει ,γενναίως μαχόμενοι ,10 Έλληνες ,εν οις και ο ανδρείος Δίπλας ,όστις ξιφουλκίσας και επιτεθείς εντός αυτών των χαρακωμάτων των εχθρών ,έπεσεν άπνους βληθείς υπό εχθρικής σφαίρας)).
Ο FAURIEL δεν λέει που και πότε σκοτώθηκε ο Δίπλας αλλά λέει ότι θυσιάστηκε προσπαθώντας να σώσει τον Κατσαντώνη σε κάποια μάχη που κινδύνευε . 
((Ο Κατσαντώνης πολλές φορές κυνηγήθηκε από τους Αλβανούς ,και πάντα καλούσε τον Δίπλα για βοήθεια. Οι δύο καπεταναίοι ενωμένοι κυνηγούσαν τους Αλβανούς και όταν πέρναγε ο κίνδυνος ξαναγύριζαν στις θέσεις τους. Σε κάποια μάχη όμως τα πράγματα δεν πήγαν και τόσο καλά . Και οι δύο καπεταναίοι μαζί δεν είχαν πάνω από εκατόν είκοσι άνδρες ,δέχθηκαν επίθεση χιλίων πεντακοσίων Αλβανών και διαλύθηκαν και οι δύο αρχηγοί έμειναν μόνοι με λίγα παλικάρια περικυκλωμένοι από τους Αλβανούς και απ';ότι φαίνεται θα πιάνονταν ζωντανοί. 
Την ώρα της μάχης ο αρχηγός των Αλβανών φώναξε: 
-Ποιος από σας είναι ο Κατσαντώνης ; 
-Εγώ απαντά με υπερηφάνεια και χωρίς δισταγμό ο Κατσαντώνης ,θεωρώντας ότι δεν ήταν αντρίκειο να κρύψει το όνομα του μπροστά στον εχθρό. 
Οι Αλβανοί επιτέθηκαν εναντίων του τον συλλαμβάνουν και ενθουσιασμένοι ήταν έτοιμοι να τον εκτελέσουν. 
Τότε πετάχτηκε ο Δίπλας από το ταμπούρι του και λέει με βροντερή φωνή: 
-Ποιος είναι αυτός ο τιποτένιος που άφησε να τον πιάσουν και λέει πώς είναι ο Κατσαντώνης , ο Κατσαντώνης είμαι εγώ, κι όποιος νομίζει ότι μπορεί να με πιάσει ας κοπιάσει. 
Οι Αλβανοί στράφηκαν προς τον Δίπλα είδαν έναν τεράστιο άντρα με άγριο πρόσωπο και βροντερή φωνή πίστεψαν πως είναι ο Κατσαντώνης και στράφηκαν προς το μέρος του, δίνοντας την ευκαιρία στον Κατσαντώνη να δραπετεύσει
Σ'; αυτή τη μάχη σύμφωνα με τον FAURIEL σκοτώθηκε ο Δίπλας. 


Σύμφωνα με τον Yemeniz , ο Δίπλας σκοτώθηκε στην μάχη με τον Βεληγκέκα ενώ προσπαθούσε να σώσει τον Κατσαντώνη. 
Την ώρα της μάχης όλοι οι Αλβανοί είχαν πέσει πάνω στον Κατσαντώνη να τον σκοτώσουν και σε κάποια στιγμή ο Κατσαντώνης είχε περικυκλωθεί από τους Αλβανούς και κινδύνευε άμεσα ,τότε πετάχτηκε ο ρωμαλέος Δίπλας μπαίνει ανάμεσα στον Κατσαντώνη και τους Αρβανίτες και λέει ότι εγώ είμαι ο Κατσαντώνης. 
Οι αρβανίτες ξεγελάστηκαν και στράφηκαν εναντίων του δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον Κατσαντώνη να απελευθερωθεί, και να ξαναδώσει κουράγιο στα παλικάρια του. 
Ο Δίπλας αφού σκότωσε εφτά Τούρκους με το σπαθί του πέφτει από εχθρικό βόλι και ένας αλβανός περνάει και του κόβει το κεφάλι. 


Ο Κασομούλης μας δίνει μία άλλη εκδοχή σε κάποια μάχη που ήταν να δοθεί με πολυάριθμους αρβανίτες θα συμμετείχαν τα σώματα του Δίπλα, του Σουλιώτη Κοσμά , του Κατσαντώνη και του Καραϊσκάκη ,σε κάποια κρίσιμη στιγμή ενώ η μάχη δεν είχε ξεκινήσει ακόμη ο Δίπλας λέει:
-Πάμε να φύγουμε δεν μου αρέσει το μέρος .
-Οι Σουλιώτες δεν φεύγουν απάντησε ο Κοσμάς .
Όταν ξεκίνησε η μάχη οι Σουλιώτες κατάλαβαν το λάθος τους και ο Κοσμάς είπε:
-Να φύγουμε.
Ο Δίπλας δεν φεύγει απάντησε ο καπετάνιος.
Σ';αυτή την μάχη σκοτώθηκε ο Δίπλας ,τραυματίστηκε ο Κατσαντώνης και ο Καραϊσκάκης.

Αν δεν υπήρχε ο ο αρχηγός όλων των κλεφτών Καπετάν Δίπλας να εκπαιδεύσει τόσους κλεφτές και καπεταναιους σίγουρα δεν θα υπήρχαν ούτε ο Κατσαντώνης ,ούτε ο Λεπενιώτης, ούτε ο Χασιώτης, ούτε ο Καραϊσκάκης, ούτε ο Τσόγκας,  Καραγιανάκης κλπ, ίσως να μην πετύχαινε και η ελληνική επανάσταση δηλ. το έθνος μας οφείλει πολλά στον καπετάν Δίπλα .Είναι μια ιστορική μορφή που μαζί με τόσους άλλους που δεν έχουν δεχτεί ακόμη την δέουσα. σημασία από τους ιστορικούς και ερευνητές, νομίζω πως είναι καιρός να του αποδοθούν οι δάφνες που του αξίζουν.  
Ο Δίπλας ποτέ δεν συμβιβάστηκε με τον κατακτητή και ποτέ δεν ζήτησε αρματολίκι , ποτέ δεν έσκυψε το κεφάλι και ποτέ δεν προσκύνησε τούρκο πασά, αλλά και δεν έκατσε ποτέ στο ίδιο τραπέζι με τους εκάστοτε κοτσαμπάσιδες και προεστούς ,όλη του την ζωή την έζησε στο βουνό με το όπλο στο χέρι πολεμώντας τους κατακτητές.